Λοιμώξεις αναπνευστικού – Πνευμονίες
Δεν επιτρέπεται σχολιασμός στο Λοιμώξεις αναπνευστικού – ΠνευμονίεςΣε κατασκευή
Για οποιαδήποτε πληροφορία επικοινωνήστε με την Πνευμονολόγο Ζέφη Μπαρμαρέσσου τ.6944-839796
Πανόρμου - 40, Αμπελόκηποι Αθήνα, ΤΚ. 11523
Πριγκιποννήσων - 24, Γκύζη Αθήνα, ΤΚ. 11474
Σε κατασκευή
Για οποιαδήποτε πληροφορία επικοινωνήστε με την Πνευμονολόγο Ζέφη Μπαρμαρέσσου τ.6944-839796
Σε κατασκευή
Για οποιαδήποτε πληροφορία επικοινωνήστε με την Πνευμονολόγο Ζέφη Μπαρμαρέσσου τ.6944-839796
Σε κατασκευή
Για οποιαδήποτε πληροφορία επικοινωνήστε με την Πνευμονολόγο Ζέφη Μπαρμαρέσσου τ.6944-839796
Αναιμία χαρακτηρίζεται η κατάσταση στην οποία παρατηρείται χαμηλός αιματοκρίτης – αιμοσφαιρίνη στον οργανισμό.
Οι αναιμίες είναι από τα κύρια θέματα της αιματολογίας, με πολυδιάστατη αιτιολογία και μετάφραση. Επιγραμματικά αναφέρουμε:
α. Σε μικρότερες ηλικίες οι αναιμίες παρατηρούνται κυρίως από:
β. Σε μεγαλύτερες ηλικίες αναιμίες μπορούν να προκληθούν μεταξύ άλλων από:
Αναφέρονατι οι πλέον συνηθισμένες εξετάσεις που χρησιμοποιούνται ανεξάρτητα ή σε συνδιασμό στην διερεύνηση των αναιμιών. Η εκλογή των αναλύσεων γίνεται σταδιακά και με ιατρική αξιολόγηση, ενώ μπορεί να απαιτηθούν και πλέον εξειδικευμένες αιματολογικές αναλύσεις ή εξετάσεις που δεν αναφέρονται στην σελίδα
Με την άμεση μέτρηση του αιματοκρίτη (HCT) και της αιμοσφαιρίνης (HGB) γίνεται η πρώτη διαπίστωση της αναιμίας
Οι ακόλουθοι πρόσθετοι παράμετροι της γενικής αίματος, δίνουν πρόσθετες πληροφορίες για την αιτιολογία – τύπο της αναιμίας
Χρησιμοποιείται για την ανίχνευση μακροχρόνιου φλεγμονώδους νοσήματος ή σοβαρού νοσήματος του μυελού ή άλλου κεντρικού νοσήματος που μπορεί να έχει προκαλέσει την αναιμία.
Δείχνουν το ρυθμό ανανέωσης των ερυθροκυττάρων δίνοντας πληροφορίες για την παραγωγικότητα του μυελού.
Με τις εξετάσεις γίνεται εκτίμηση της επάρκεια του σιδήρου στον οργανισμό με συμπεράσματα πιθανής απώλειας ή δυσαπορρόφησης. Η απλή μέτρηση σιδήρου δεν επαρκεί, αφού ο σίδηρος παρουσιάζει ιδιαίτερα μεγάλες διακυμάνσεις από μέρα σε μέρα, και επηρεάζεται έντονα από πιθανές φλεγμονές με ‘ψευδώς χαμηλές’ τιμές. Η ανάγκη της μέτρησης και των αποθηκών είναι επιβεβλημένη καθώς σε χορήγηση σιδήρου σε άτομα με ‘ψευδώς χαμηλά’ αποτελέσματα σιδήρου, μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιβαρυντική.
Παρέχουν πληροφορίες για την επαρκή μεταφορά του σιδήρου μέσα στον οργανισμό, και την ικανότητα του να τον απορροφήσει ειδικά σε περιπτώσεις που χρειάζεται φαρμακευτική χορήγηση σιδήρου.
Βοηθητική εξέταση για την ανίχνευση:
– φλεγμονής που μπορεί να δώσει ‘ψευδείς’ τιμές σε σίδηρο, φερριτίνη και τρανσφερίνη
– σοβαρών νοσημάτων που μπορούν να προκαλέσουν αναιμία
Είναι οι πλέον απαραίτητες αιμοποιητικές βιταμίνες. Συχνά τις βρίσκουμε σε χαμηλά επίπεδα σε άτομα με κακή διατροφή ή που υποσιτίζονται και σε άτομα που εμφανίζουν δυσκολία στην απορρόφηση τους λόγω στομαχικών διαταραχών – δυσαπορρόφησης, μεγάλης ηλικίας ή χρήσης φαρμάκων.
Αναλύσεις που ελέγχουν τον φυσιολογικό τρόπο ανανέωσης – αναγέννησης του αίματος, και αποκλείουν καταστάσεις αιμόλυσης – καταστροφής του αίματος εντός του οργανισμού.
Είναι τα αντισώματα ανίχνευσης της κοιλιοκάκης, κατάστασης που χαρακτηρίζεται από δυσανεξία στη γλουτένη και παρεμπόδιση της απορρόφησης του σιδήρου και της βιταμίνης Β12 και φυλλικού οξέος. Οι εξετάσεις αυτές προτείνονται ιδιαίτερα σε περιπτώσεις αδιευκρίνιστης μακροχρόνιας αδυναμίας συγκράτησης των επιπέδων φερριτίνης και της βιταμίνης Β12 μετά από αγωγή.
Προτείνεται σε διαπιστωμένη σιδηροπενία οξείας φάσης και σε άτομα ύποπτα για απώλεια αίματος από το γαστρεντερικό σύστημα.
Πληροφορίες επιλεγμένες – ενδεικτικές* με πηγές :
*Η επιλογή των αναλύσεων – διάγνωση – επεξήγηση και θεραπεία είναι αποκλειστική ευθύνη του θεράποντα ιατρού σας
Επιμέλεια : Ιωάννης Γρατσίας Lab Director / Clinical Biochemist
Ιούνιος 2019
Η οστεοαρθρίτιδα είναι η πλέον συχνή μορφή αρθρίτιδας και προκαλείται από τραυματισμούς, αλλά και κατά τη γήρανση του οργανισμού. Τα ποσοστά των αδρών και γυναικών που νοσούν είναι τα ίδια μέχρι τα 50-55, αλλά μετά την ηλικία αυτή εμφανίζεται σε μεγαλύτερη συχνότητα στις γυναίκες. Η αλλοίωση των χαρακτηριστικών των συνδέσμων δίνει έντονους πόνους και μειώνει τη λειτουργικότητά τους.
Η ρευματοειδής αρθρίτιδα είναι χρόνια αυτοάνοση νόσος. Πέρα των συμπτωμάτων της οστεοαρθρίτιδας, δίνει πυρετό και καχεξία. Το 75% των ασθενών είναι γυναίκες.
Η ποδάγρα προσβάλλει κυρίως άνδρες μεγαλύτερης ηλικίας και προκαλείται από εναποθέσεις κρυστάλλων ουρικού οξέος στους συνδέσμους. Χαρακτηριστικός είναι ο πόνος στο μεγάλο δάκτυλο του ποδιού.
Γενική αίματος, ΤΚΕ, ουρία (Urea), κρεατινίνη (Crea), ουρικό οξύ (Uric Acid), τρανσαμινάσες(ALT/AST), ασβέστιο (Ca), λευκώματα (TP), αλβουμίνες (Αlb): εκτελούνται με σκοπό να ελεγχθεί το αιμοδυναμικό σύστημα, καθώς και η νεφρική και ηπατική λειτουργία που επηρεάζονται από τις αρθρίτιδες.
C – αντιδρώσα πρωτεϊνη (CRP): εκτιμά το επίπεδο φλεγμονής που επιφέρουν οι αρθρίτιδες.
Ρευματοειδής παράγοντας (RF): χρησιμοποιείται για τη διάγνωση και παρακολούθηση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
Αντικιτρουλινικά αντισώματα (anti-CCP): χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με την RF για τη διαγνωση της ρευματοειδούς αρθρίτιδας.
Αντιπυρηνικά αντισώματα (ANA): αξιολογούνται στη ρευματοειδή αρθρίτιδα για την περαιτέρω εκτίμηση της αυτοάνοσης νόσου (μπορεί να συνδυάζεται και με άλλα νοσήματα).